ΧΙΩΤΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ

Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου του 1920 στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε μετακομίσει η οικογένειά του από το Ναύπλιο.

Κατά τη διάρκεια των μαθητικών του χρόνων πήρε μαθήματα κιθάρας, μπουζουκιού και ούτι από τον διάσημο μουσικοδιδάσκαλο της εποχής Γεώργιο Λώλο.

Το 1935 επέστρεψε με την οικογένειά του στο Ναύπλιο και σε ηλικία μόλις 15 ετών έκανε τις πρώτες εμφανίσεις του σε μαγαζιά της περιοχής.Το 1936 κατέβηκε στην Αθήνα.

Εμφανίστηκε για λίγες ημέρες στα «Παγώνια, και αμέσως μετά στο «Δάσος», πλάι στον μεγάλο Στράτο Παγιουμτζή. Ήταν ακόμα 16 χρονών, ωστόσο ο Παγιουμτζής, διακρίνοντας το ταλέντο του, τον παρουσίασε στην Columbia, με την οποία υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο,το χειμώνα του 1936.

Την επόμενη χρονιά φωνογράφησε και το πρώτο του τραγούδι (Το χρήμα δεν το λογαριάζω), με εκτελεστή τον Στράτο Παγιουμτζή. Λίγο αργότερα γνωρίζεται με τον Μπαγιαντέρα και παίζει μαζί του στις κλασικές εκτελέσεις των προπολεμικών επιτυχιών του.

Εκτιμάται ότι πρώτος ο Χιώτης χρησιμοποίησε, αν και φαίνεται ότι τελικά το τετράχορδο μπουζούκι υπήρχε και νωρίτερα. Στο πάλκο, χρησιμοποιεί δύο μπουζούκια, ένα κλασικό, με μεταλλικές χορδές, κι ένα με χορδές από έντερα, ώστε η χροιά του να μοιάζει με το ούτι.

Το 1954 παντρεύεται την πρώτη του γυναίκα, την τραγουδίστρια Ζωή Νάχη και αποκτά μαζί της δύο παιδιά. Λίγο αργότερα γνωρίζει τη Μαίρη Λίντα και κάνουν μαζί το ανεπανάληπτο ντουέτο που κυριάρχησε στο ελληνικό τραγούδι μέχρι το '66, οπότε και χώρισαν (είχαν παντρευτεί το 1959).

Ανεπανάληπτες επιτυχίες, κλασικές φιγούρες στον κινηματογράφο και λάτιν ρυθμοί, που κορυφώνονταν σε οργιαστικά σόλα. Παράλληλα, δίνει και εκπληκτικά, κλασικού ύφους, σουξέ στον Στέλιο Καζαντζίδη, κυρίως σε στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη.

Το 1959 ενορχηστρώνει τον «Επιτάφιο» του Μίκη Θεοδωράκη, που έχει κάνει ήδη μια αποτυχημένη έκδοση, και τον απογειώνει. Ακολουθούν οι «Λιποτάκτες», η «Πολιτεία» και το «Αρχιπέλαγος». Είναι ουσιαστικά αυτός που ανοίγει το δρόμο και στους άλλους λαϊκούς μουσικούς να συνεργαστούν με τους λόγιους συνθέτες, με αποτέλεσμα την έκρηξη του λεγόμενου «Έντεχνου».

Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του ήταν και τα πιο δραματικά. Χωρίζει με τη Λίντα (πράγμα που του στοίχισε πολύ), κάνει αποτυχημένες συνεργασίες και ο καρκίνος αρχίζει να τον κατατρώγει.

Στις 21 Μαρτίου του 1970, ανήμερα των 50ων γενεθλίων του, ο Μανώλης Χιώτης αφήνει την τελευταία του πνοή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου