ΜΕΡΑΝΤΖΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Ζούμε την εποχή, που πρέπει δυστυχώς να ξανασυστήσουμε σε πολλούς τον τραγουδιστή Γιώργο Μεράντζα. Κατά τη γνώμη μας, πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους Έλληνες τραγουδιστές, που εμφανίστηκε στο τραγούδι από την μεταπολίτευση και ύστερα, ο οποίος αποσύρθηκε από την δισκογραφία και τις συναυλίες στη δεκαετία του ’80.

Στο αποκορύφωμα «της καριέρας» του δηλαδή, όπως είθισται να ονομάζεται η καλλιτεχνική πορεία κάθε τραγουδιστή, στη γλώσσα της σύγχρονης πολιτιστικής μας παρακμής.

Ο Γιώργος Μεράντζας στην ακμή του, εγκατέλειψε την τραγουδιστική ως επάγγελμα και ανοίχτηκε σ’ άλλους ορίζοντες καταλήγοντας στο χωριό του, το Τσόπελο Πραμάντων στα Τζουμέρκα Όρη, δημιουργώντας «έναν ξενώνα για τους φίλους του», όπως ο ίδιος λέει σε κάθε ευκαιρία. Η επιλογή του αυτή απογοήτευσε πολλούς φίλους του, αλλά τον κατέστησε αθώο από τα κυκλώματα που βρωμίζουν εδώ και δεκαετίες το ελληνικό τραγούδι!

 Ο Μεράντζας είναι ένας πολύ μεγάλος τραγουδιστής. Πολλές κλάσεις ανώτερος από πολλούς «μεγαλοτραγουδιστάδες» όπως τους λέει χαρακτηριστικά ο Ρασούλης, οι οποίοι κυριαρχούν τα τελευταία χρόνια στο μουσικό στερέωμα ελέω κυρίως Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας. Και φυσικά δεν εννοούμε τους τραγουδιστές του λεγόμενου εμπορικού τραγουδιού. Αναφερόμαστε σ’ αυτούς του λεγόμενου «ποιοτικού»! Διαθέτει μια χαρισματική φωνή ίσαμε 20 «νταλάρες»… Στιβαρή.

Με μεγάλη έκταση, βάθος, ένταση και διάρκεια. Μια φωνή πέτρινη. Βγαλμένη θαρρείς απ’ το σκληρό ηπειρωτικό τοπίο. Μια φωνή που είναι ικανή να συγκλονίζει τον ακροατή. Όμως, στον Μεράντζα δεν θα διακρίνει κανείς μόνο το πρωτογενές αυτό χάρισμα. Η ερμηνεία του είναι αυτή που σφραγίζει την φυσική ικανότητά του. Το πάθος, η αφοσίωση, η πειθαρχία, η προσήλωσή του στο εξαίρετο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, είναι από τα χαρακτηριστικά της.

Ο Μεράντζας είναι ένας μάστορας του είδους, σαν τους φημισμένους συμπατριώτες του, πετρομάστορες της Ηπείρου. Και η έννοια μάστορας έχει φυσικά τη αξία του νοήματος της λέξης. Τα δυό αυτά στοιχεία -φυσικό και επίκτητο- συμπληρώνει καταλυτικά το ήθος του που διαφαίνεται στη συμπεριφορά του πάνω στη σκηνή. Αν ήθος κατα την αρχαία ελληνική γλώσσα είναι το μονοπάτι που χαράζει η πορεία του ανθρώπου στο έδαφος, τότε η γενναία απόφασή του να εγκαταλείψει τον ματαιόδοξο κόσμο της λεγόμενης «show biss» του προσέδωσε σπάνιο ήθος, που αποτυπώνεται στο πρόσωπό του όταν τραγουδάει.

Δεν έχει κανένα άγχος επιβεβαίωσης. Καμία αγωνία επιτυχίας. Τραγουδάει απλά, φυσικά, αβίαστα. Βιώνει τα τραγούδια που ερμηνεύει με τη μέγιστη συγκίνηση κι αυτή την συγκίνηση την εκπέμπει ασύστολα στο ακροατήριό του. Και το καθηλώνει. Κι αυτό τον κάνει κορυφαίο. Είχε πει κάποτε, με τον χαρακτηριστικό του τρόπο, ο στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος ζώντος ακόμα του Στέλιου Καζαντζίδη πως «ακόμα και σήμερα ο Στέλιος αρκεί κα κάνει μόνο ένα “α” και να εξαφανιστούν από το προσκήνιο όλα εκείνα τα ποντίκια που ροκανίζουν το χώρο του τραγουδιού». Τηρουμένων των αναλογιών -και χωρίς να επιδιώκω να διαπράξω καμιά ιεροσυλία για το κορυφαίο επίπεδο της φωνής και της ερμηνίας του Καζαντζίδη- και προσαρμόζοντας τη γνώμη του Λευτέρη Παπαδόπουλου στα σημερινά δεδομένα, θα τολμούσα να το πω το ίδιο για την φωνή του Μεράντζα.

 Πράγματι σήμερα ο Μεράντζας αρκεί να κάνει ένα “α” και να εξαφανιστούν τα πάσης ..ικανότητας, τραγουδιστικά τρωκτικά, έντεχνα και λοιπά. Βέβαια αυτό θα απαιτούσε μια άλλη πραγματικότητα. Αν υπήρχε επίγεια δικαιοσύνη και δη καλλιτεχνική, ο Μεράντζας θα έπρεπε να είχε δισκογραφήσει πολλά από τα μεγάλα έργα της σύχρονης δισκογραφίας που γράφτηκαν μετά τη Μεταπολίτευση και τα οποία τραγούδισαν μετριότατα άλλοι τραγουδιστές της γενιάς του. Ας είναι όμως αφού, αρκέστηκε να τραγουδήσει μερικά από τα κορυφαία έργα της εποχής τα οποία σφράγισε ερμηνευτικά. «Φουέντε Οβεχούνα», «Τροπάρια για φονιάδες» (με τους αξεπέραστους στίχους του Μάνου Ελευθερίου), «Ο Γέρος της Αλεξάνδρειας» (σε ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη και σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου) είναι κάποια από αυτά. Συμμετείχε επίσης στο δίσκο «Παραστάσεις» του Χρήστου Λεοντή.

Σήμερα αρκείται σε κάποιες εμφανίσεις «όπου τον καλούν οι φίλοι του» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Είχα την τύχη φέτος στις αρχές του Σεπτέμβρη, να ζήσω μια μοναδική συναυλία του, στο Νέο Σούλι Σερρών, σ’ ένα όμορφο υπαίθριο θεατράκι, όπου τραγούδησε με τη συνοδεία κορυφαίων μουσικών. Πρώτη φορά τον είδα «live» -όπως λέγεται σε σύγχρονα ελληνικά- αφού ηλικιακά δεν θα μπορούσα να τον δω, όταν μεσουρανούσε.

Έφυγα συγκινημένος και γεμάτος από τη σπουδαία φωνή και παρουσία του. Απ’ την άλλη ο προβληματισμός μου παρέμεινε: Στα «Μέγαρα» και στα πάσης φύσεως φεστιβάλ, ανά την Ελλάδα, παρουσιάζονται ακατάπαυστα οι καλλιτέχνες της λεγόμενης «σύγχρονης έντεχνης μουσικής σκηνής» με τις γνωστές, επαναλαμβανόμενες κουραστικές αμπελοφιλοσοφίες και μουσικές μανιέρες. Στο Νέο Σούλι, ένας Πολιτιστικός Σύλλογος της περιφέρειας, κάνει την υπέρβαση προσκαλώντας τον Γιώργο Μεράντζα να τραγουδήσει. Η διαφορά είναι τεράστια.

 Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα «ΡΗΞΗ» της 10ης Οκτωβρίου 2009 (τεύχος 56)