Ο Νίκος Παπάζογλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Μαρτίου του 1948. Σε ένα μικρό στούντιο ξεκινά τη συστηματική του απασχόληση με τη μουσική στα τέλη της δεκαετίας του '60. Γράφει τα πρώτα του τραγούδια και κάποια από αυτά τραγουδιούνται από τον Πασχάλη, τον οποίο αντικατέστησε στους «Olympians» για να κάνει τη στρατιωτική του θητεία! Οι αρχές της δεκαετίας του '70 τον βρίσκουν στο Aachen της Γερμανίας με το Σαλονικιώτικο συγκρότημα «Zealot» (Ζηλωτής). Κάνει προσπάθειες να προωθήσει τη δουλειά του στον ευρωπαϊκό χώρο και ηχογραφεί κάποια κομμάτια στο Μιλάνο.
Επιστρέφει στα πάτρια εδάφη το 1976. Το 1977 συμμετέχει στην παράσταση «Αχαρνής ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια», γεγονός που τον φέρνει σε επαφή με τους Διονύση Σαββόπουλο και Μανώλη Ρασούλη. Με αφορμή αυτή την παράσταση κυκλοφορεί ο ομότιτλος δίσκος στον οποίο επίσης συμμετείχε.
Δυο χρόνια μετά, οι τρεις τους και ο Νίκος Ξυδάκης δημιουργούν αυτό που έμελλε να αφήσει σφραγίδα στη νεοελληνική μουσική σκηνή, το δίσκο «Η εκδίκηση της Γυφτιάς» με την χαμογελαστή εικόνα του Νίκου σε πρώτο πλάνο. «Τρελή κι αδέσποτη», «Κανείς εδώ δεν τραγουδά» και άλλα έντεκα κομμάτια που αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν όσο λίγα.
Έχει ήδη με προσωπική εργασία και μεράκι οικοδομήσει το στούντιο του στην Κάτω Τούμπα, το γνωστό «Αγροτικόν» το οποίο γίνεται γι' αυτόν εργαλείο δημιουργίας μερικών από τα καλύτερα τραγούδια της τελευταίας εικοσαετίας στην Ελλάδα.
Έπεται λοιπόν συνέχεια, το 1979 με το «Δήθεν» των Ξυδάκη - Ρασούλη, στο οποίο τραγουδά μαζί με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και τη Σοφία Διαμαντή.
Το 1983 πραγματοποιεί μερικές εμφανίσεις στο «Ζούμ» στην Αθήνα με την "Ταχεία Θεσσαλονίκης" που δεν είχαν την αναμενόμενη από το κοινό ανταπόκριση.
Την ίδια χρονιά συγκεντρώνει ότι είχε βγάλει από το πλούσιο υλικό της ψυχή του σε μελωδία με στίχο στο γνωστό σε όλους μας δίσκο «Χαράτσι». Με αυτή τη δουλειά δεν κάνει απλά μια ακόμα έκπληξη αλλά σφραγίζει την ελληνική μουσική των νεότερων χρόνων. Δίσκος σταθμός, «επηρεάζει» αρκετούς νεότερους τραγουδοποιούς και σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους που κυκλοφορεί ο Παπάζογλου αργότερα, δημιουργείται η «σχολή της Σαλλονίκης», το «ρεύμα Παπάζογλου»... Ο χαρακτηρισμός αφορά καλλιτέχνες που ακολουθούν τα χνάρια του και διδάσκονται από το ύφος του.
Στο «Χαράτσι» ο Νίκος παντρεύει τη ροκιά με το «Αχ», το μπαγλαμαδάκι με την ηλεκτρική κιθάρα και το τσέλο με το μπουζούκι σε ένα εκπληκτικό άκουσμα, αποδεικνύοντας πως ότι είναι γνήσιο δεν έχει όρια και κανονισμούς.
Στο εσωτερικό αυτής της δουλειάς ο ίδιος σημειώνει: «Η μουσική μας παιδεία, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι, είναι ένας κυκεώνας και φαίνεται αυτό στη μουσική που συνθέτουμε, φαίνεται και στις επιλογές μας όταν η ανάγκη και η ευκολία μας θέτουν μπροστά σε εκβιαστικά διλήμματα, οπόταν και αναγκαζόμαστε να πάρουμε θέση. Πάντως όποια απόφαση και να πάρουμε, προδίδουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας, γιατί τα ετερόκλητα μας συνιστούν. Η αγάπη είναι ισχυρότερο πράγμα από τη διαφορά, το ζήτημα είναι να συγκεράσουμε τις μουσικές μας αντιθέσεις, που είναι και οι δικές μας αντιθέσεις, σ' ένα μεικτό και νόμιμο μουσικό είδος».
Το μήνυμα του Νίκου βρήκε χιλιάδες αποδέκτες, αν κρίνει κανείς το γεγονός ότι εκτός από την αρχική κυκλοφορία του, επανακυκλοφορεί στην αγορά (cd) το 1988 και το 1996!
Είκοσι χρόνια μετά και το κλασσικό τραγούδι «Αύγουστος» στάζει μέλι, αγαπιέται, σκουπίζει δακρυσμένα μάγουλα και σιγοτραγουδιέται ακόμα με το ίδιο πάθος.
Όπως επίσης ο «Υδροχόος», «Λεμόνι στην πορτοκαλιά» του Μανώλη Ρασούλη και της Βάσως Αλαγιάννη, το «Χαράτσι» του Σιμώτα (στίχος) και τα «Καρυάτιδα», «Στάλα-στάλα», «Με το τραγούδι», «Ευχή», «Χθες βράδυ», «Πέρασα έτσι», «Χτυπάει τηλέφωνο».
Εκτός όμως από τις προσωπικές του δουλειές, τον συναντάμε στη «Ρεζέρβα» (1984) και στο «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» (1986) του Σαββόπουλου. Επίσης στο «Πότε Βούδας πότε Κούδας» δίσκος του Μ. Ρασούλη (1986) όπου τραγουδά το ομότιτλο κομμάτι. Αλλά και στο «Σείριο υπάρχουνε παιδιά» του Χατζιδάκη το 1988.
Στο δίσκο «Όλοι δικοί μας είμαστε» με τους Μ. Ρασούλη, Χ. Νικολόπουλο και Π. Τερζή και στο «Σκόρπια 1» του Μ. Ρασούλη με τη Γλυκερία.
Παράλληλα κυκλοφορούν και οι δικοί του δίσκοι «Μέσω νεφών» το 1986 και «Σύνεργα» το 1991. Την ίδια χρονιά 30 Σεπτέμβρη 1991 ηχογραφεί και κυκλοφορεί την «Επιτόπιος ηχογράφηση» από το θέατρο του Λυκαβηττού.
Διαχρονικές σιωπηλές επιτυχίες, τα τραγούδια των δίσκων του, «Ένα κι ένα», «Ο μοναχός ο άνθρωπος», «Στη ρωγμή του χρόνου», «Φύσηξε ο Βαρδάρης», «Καλημέρα», «Είναι αργά», «Απόψε σιωπηλοί», «Δεν είμαι ποιητής», «Νυκτερινό Α' και Β'», «Όμως εγώ», «Μάτια μου» και τόσες άλλες.
Το 1995 κυκλοφορεί το «Όταν κινδυνεύεις παίξε την πουρούδα» (πουρούδα: στα κυπριακά το κλάξον του ποδηλάτου).
Όλες οι δουλειές του έχουν ηχογραφηθεί στο Αγροτικόν με την ετικέτα «Στρόγγυλοι δίσκοι».
’ξιες αναφοράς είναι και οι συνεργασίες του (στις περισσότερες είχε την επιμέλεια) με το Μανώλη Λιδάκη, τη Γλυκερία, τη Χορωδία Αιγαίου, τη Σαραγούδα Γιασεμή, τους Παλαιολόγους, το Λουδοβίκο των Ανωγείων, τη Νένα Βενετσάνου, τη Λιζέτα Καλημέρη, την Κατερίνα Σιαπάντα, τη Όλγα Δεραινίτη κ.α.
Ο Νίκος στηρίζει τη μουσική με το δικό του τρόπο, δίνοντας ευκαιρίες σε καλλιτεχνικά διαμάντια σαν τον Σωκράτη Μάλαμα, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, τις Μικρές Περιπλανήσεις, τον Ορφέα Περίδη, τη Μελίνα Κανά και αρκετούς άλλους.
Η λεγόμενη «σχολή Θεσσαλονίκης» είναι ουσιαστικά η «σχολή Παπάζογλου». Εκείνος άνοιξε το δρόμο, για να ακολουθήσουν όλοι οι υπόλοιποι. Κανείς δεν ξέρει τι μέλλον θα είχαν ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Ορφέας Περίδης, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, οι Μικρές Περιπλανήσεις, ο Γιάννης Μήτσης, η Μελίνα Κανά και τόσοι άλλοι, αν δεν τολμούσε πρώτος ο Παπάζογλου.
Του ανωτέρω απόδειξη είναι οι δίσκοι «Αγρύπνια», «Η πύλη της άμμου», «Ο Χασομέρης», «Από τον πουνέντη», «Παραμύθια», «Νύχτες μαγικές»...
Όλα αυτά τα χρόνια, υποστηρίζει τις μουσικές του δημιουργίες με ένα τρόπο που άλλοι καλλιτέχνες δε θα τολμούσαν φοβούμενοι το ρίσκο.
Τα καλοκαίρια μαζί με τους συνεργάτες του, το γκρουπ «Λοξή Φάλαγγα» οργώνει την Ελλάδα δίνοντας συναυλίες. Συνήθως επισκέπτεται ξεχασμένες από τους πολλούς περιοχές, δίνοντας τη δυνατότητα για πραγματική διασκέδαση σε ανθρώπους που ζουν μακριά από τις μεγαλουπόλεις. Το αποτέλεσμα των εμφανίσεων είναι πάντα το ίδιο. Σε όποιο χώρο και αν επιλέξει να εμφανιστεί δημιουργείται το αδιαχώρητο και ο κόσμος δείχνει την αγάπη του για το γνήσιο τραγούδι.
Αποφεύγει να εμφανίζεται στην τηλεόραση και δεν δίνει συνεντεύξεις χωρίς ουσιαστικό λόγο. Λίγοι καλλιτέχνες δείχνουν στη μουσική το σεβασμό με τον οποίο εκφράζεται ο Παπάζογλου. Ψύχραιμη, ήρεμη και ουσιώδης προσωπικότητα, πρότυπο και δάσκαλος (χαρακτηρισμούς τους οποίους ο ίδιος δεν πολυσυμπαθεί) για πολλούς νεότερους που θέλησαν να βαδίσουν στα χνάρια του.
Η φωνή του είναι προικισμένη με ιδιαίτερη χαρακτηριστική χροιά. Βαθύς λυγμός το άκουσμά της, τραγουδοποιός που νιώθει ό,τι με μελωδία ξεστομίζει. Η πορεία και το ύφος του πιστοποιούν όχι απλά τη γνησιότητά του, αλλά μας μαθαίνουν πως τα τραγούδια που είναι αληθινά, αγγίζουν την ψυχή μας χωρίς επεξεργασία και υστερίες.
Ο Νίκος Παπάζογλου «έφυγε» στις 17 Απριλίου 2010 σε ηλικία 63 ετών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου