Bang


Οι Bang ήταν ένα ελληνικό μουσικό συγκρότημα της ποπ, αποτελούμενο από 2 μέλη: το Βασίλη Δερτιλή και το Θάνο Καλλίρη. Η καριέρα τους ξεκίνησε το 1985 με την κυκλοφορία του πρώτου τους δίσκου.

Η μεγαλύτερη στιγμή του συγκροτήματος ήταν η εκπροσώπηση της Ελλάδας στον διαγωνισμό τραγουδιού της Εurovision το 1987 με το τραγούδι Stop, καταλαμβάνοντας τη 10η θέση και κάνοντας τα πρώτα βήματα για μια διεθνή καριέρα.

Στη διάρκεια αυτής της απόπειρας συνεργάστηκαν με σημαντικούς παραγωγούς και ηχολήπτες της εποχής, όπως τον Shep Pettibone (Madonna, George Michael, Elton John κλπ.), M. Hutchinson (Madonna κλπ.), Bob Kraushaar (Johnny Hates Jazz, Erasure, Marc Almond κλπ.), François Kevorkian και άλλους.

Το βίντεο κλιπ του «Holding my heart» γυρίστηκε στο Χόλυγουντ με διάσημους συνεργάτες, ενώ επίσης έκαναν κι ένα βίντεο κλιπ και μια μίνι περιοδεία στην Ιαπωνία.

Από τα τέλη του 1985 και μέχρι τα μέσα του 1991 όπου και οι Bang σταμάτησαν, ένα τραγούδι τους, το «You're the one» μπήκε στο Βρετανικό Τοp 75 κι ένα άλλο, το «Holding my heart» στο Αμερικανικό Hot 100.

Aphrodite's Child


Oι Aphrodite’s Child ήταν ένα ελληνικό συγκρότημα προοδευτικής ροκ μουσικής που ιδρύθηκε το 1967 από τους Βαγγέλη Παπαθανασίου (πλήκτρα), Ντέμη Ρούσο (μπάσο κιθάρα και φωνητικά), Λουκά Σιδερά (ντράμς και φωνητικά), και Αργύρη “Silver” Κουλούρη (κιθάρα).

Ο Παπαθανασίου και ο Ρούσσος είχαν ήδη επιτυχία στην Ελλάδα (παίζοντας παλιότερα στους Formynx και στους Idols αντίστοιχα). Η πρώτη τους κοινή ηχογράφηση ως AC ήταν στο άλμπουμ In concert and in Studio του Γιώργου Ρωμανού, όπου έπαιξαν τέσσερα κομμάτια και γίναν γωυστοί ως «Ο Βαγγέλης και το συγκρότημά του». Στο ίδιο έτος κατέγραψαν δοκιμαστικά δύο κομμάτια και τα έστειλαν στην Philips Records.

Ο Βαγγέλης προφανώς συνέλαβε την ιδέα να πάνε μόνιμα στο Λονδίνο, μιας και το περιβάλλον εκεί θα ήταν πιο δημιουργικό για το ακόμα άγνωστο συγκρότημα. Η απόφαση, εντούτοις, δεν ήταν έυκολη. Ενώ ο Κουλούρης έμεινε στην Ελλάδα για να εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία, οι υπόλοιποι ξεκίνησαν και, καθ’ οδόν για το Λονδίνο κάνανε στάση στο Παρίσι, απο τη μία επειδή δεν είχαν τις κατάληλες άδειες εργασίας, απ την άλλη λόγω των απεργιών που συνδέονταν με τις εκδηλώσεις του Μάη του 1968.

Στο Παρίσι υπέγραψαν συμβόλαιο στην Mercury Records ως ‘Aphrodite’s Child και κυκλοφορήσανε τον πρώτο single με τον τίτλο “Rain and Tears”, βασισμένο στο κλασικό έργο του Pachelbel. Με αυτό το τραγούδι το συγκρότημα έγινε αυθημερόν γνωστότατο στη Γαλλία, παρά το γεγονός ότι τραγούδι ήτανε στα αγγλικά και όχι στα γαλλικά, και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης ανεβαίνοντας στα κατά τόπους τσάρτ.

Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, κυκλοφορήσανε το πρώτο άλμπουμ με τον τίτλο End of the World με ψυχεδελική μουσική πόπ του στύλ Procol Harum και The Moody Blues.
Αρχίσανε περιοδείες στην Ευρώπη, και τον Ιανουάριο του 1969 ηχογράφησαν ένα τραγούδι στα ιταλικά για το φεστιβάλ του Sanremo, χωρίς όμως να πάρουν τελικά συμμετοχή.

Το επόμενο χίτ τους ήταν “I want to live”, μια διασκευή του τραγουδιού “Plaisir’ d’amour”. Για το δεύτερο λεύκωμά τους, πήγαν τελικά στα διάσημα στούντιο Trident Studios στο Λονδίνο.

Το πρώτο κομμάτι του νέου δίσκου, “Let me love, let me live” βγήκε τον Οκτώβριο, και το λεύκωμα It’s five o’clock ακολούθησε ακολούθησε τον Δεκέμβριο του 1969 με περισσότερα επιτυχημένα τραγούδια να ανεβαίνουν στα τσαρτ, μέχρι και των country rock.

Ακολούθησε και δεύτερος δίσκος και περιοδεία, αυτή τη φορά χωρίς τον Βαγγέλη που προτίμησε να μείνει στο Παρίσι και να ηχογραφήσει τη μουσική για την ταινία “Sex Power” του Henry Chapier. Τη θέση του Βαγγέλη στη σκηνή πήρε ο Χάρις Χαλκίτης.

Ακολούθησε και άλλος δίσκος το 1970 , ενώ ο Βαγγέλης επεξεργάζονταν την πρώτη του εργασία για μουσική κινηματογραφικής ταινίας.

Το συγκρότημα συνέχισε με την επιτυχία “Spring, Summer, Winter and Fall” και με τον δίσκο “666″.Όταν κυκλοφόρησε ο ‘666’ οι Aphrodite’s Child είχαν ήδη διαλυθεί.

Antique


Οι Antique ήταν ελληνικό συγκρότημα προερχόμενο από την Σουηδία που συνδύαζε την ελληνική δημοφιλή μουσική και τα λυρικά ποιήματα με έναν σκανδιναβικό/λαϊκό χορό.

Το συγκρότημα αποτελούνταν από την Έλενα Παπαρίζου και τον Νίκο Παναγιωτίδη. Και οι δύο γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας από Έλληνες γονείς.

Το 2001 συμμετείχαν στη Γιουροβίζιον με το τραγούδι Die For You με αγγλικό και ελληνικό στίχο, σε στίχους και μουσική των Νίκου Τερζή και Αντώνη Παππά, όπου κατέκτησαν τη τρίτη θέση.

2002 GR


Οι 2002 GR δημιουργούνται το 1974. Την ίδια χρονιά υπογράφουν συμβόλαιο με την MBI και κυκλοφορεί ο πρώτος τους δίσκος με τον τίτλο “Πόλα”. Το 1976 κυκλοφορεί ο δεύτερος δίσκος τους με τίτλο: “Σιδερένιος Άνθρωπος”. Με την κυκλοφορία αυτού του δίσκου λήγει και το συμβόλαιο τους με την MBΙ
Εκείνη την χρονική περίοδο ο τρόπος διασκέδασης αρχίζει σιγά σιγά να αλλάζει και το λεγόμενο “εμπορικό” τραγούδι κερδίζει έδαφος.

Οι 2002 GR εξακολουθούν να εμφανίζονται σε clubs, αλλά απέχουν συνειδητά από την δισκογραφία. To 1982 παρατηρείται αναβίωση και άνθιση της ελληνικής pop και rock μουσικής, που διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Αρκετά συγκροτήματα τότε γνωρίζουν ιδιαίτερη επιτυχία. Την συγκεκριμένη χρονιά διαμορφώνεται οριστικά η σύνθεη των 2002 GR: Ηλίας Ασβεστόπουλος, Γιάννης Χατζησόγλου Σωτήρης Καραούλιας και Στέλιος Καραΐνδρος. Παράλληλα, ανανεώνουν το συμβόλαιό τους με την ΜΒΙ και κυκλοφορούν το τρίτο τους δίσκο με τίτλο “V.O.L. 3”. Αυτός ο δίσκος γίνεται χρυσός πρωτού καν περάσουν έξι μήνες από την ημερομηνία κυκλοφορίας του.

Ακολουθούν 4 δίσκοι: “Amomoria”(1984), “2002GR”(1986), “Πέστε με τρελλό”(1989), “Μπανάνες”(1990). Το 1990 λήγει το συμβόλαιό τους με την ΜΒΙ. Ακολουθούν τρία χρόνια δισκογραφικής απραξίας.

Το 1993 υπογράφουν συμβόλαιο με την FM Records. Παράλληλα αποχωρεί από το συγκρότημα ο Στέλιος Καραΐνδρος και προστίθενται ο Γιώργος Ανδριώτης (τύμπανα) και ο Γιώργος Σερνγκελίδης (πλήκτρα).

Το καλοκαίρι του 1993 κυκλοφορεί ο δίσκος “Τα βράδια τα επόμενα”, ενώ την άνοιξη του 1995 επανέρχονται δισκογραφικά με το “The best of …1995”, που περιλαμβάνει τραγούδια τους που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στο παρελθόν, αλλά και καινούργια.

Τα τραγούδια “Είπες πώς”, “Μαγική αυλή”, “Άννα”, “Τι να σου προσφέρω”, “Το μετρό” οι 2002 GR τα ενορχήστρωσαν ξανά, χωρίς να ξεφεύγουν από τις αρχικές μελωδικές τους γραμμές, απλώς χρησιμοποιώντας τις δυνατότητές της σύγχρονης τεχνολογίας, προσθέτοντας επιπλέον θετικά στοιχεία.

ΠΑΥΛΙΔΗΣ ΘΟΔΩΡΟΣ


Ο αείμνηστος Θεόδωρος ήταν ο πρωτότοκος από τα τρία αγόρια του Λεωνίδα και της Χρυσούλας Παυλίδη. Γεννήθηκε στο Γιαννακοχώρι Νάουσας στις 10 Νοεμβρίου 1957.
Τον επόμενο χρόνο η οικογένεια μετακόμισε στη Νάουσα, και το 1959 εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Αρσένι Σκύδρας που ήταν ο τόπος καταγωγής της μητέρας του.

Από μικρός είχε κλίση προς τη μουσική και μάλιστα την ποντιακή γι αυτό από μαθητής του δημοτικού, παράλληλα με το σχολείο παρακολουθούσε μαθήματα βυζαντινής μουσικής στην εκκλησιαστική σχολή της Έδεσσας.

Ζήτησε από τον πατέρα του και του αγόρασε μια λύρα. Μόνος του προσπάθησε με πείσμα και υπομονή και τελικά κατάφερε να μάθει. Τα πρώτα βήματα σαν τραγουδιστής τα έκανε δίπλα στον συγχωριανό του Χρήστο Καρυπίδη, τραγουδώντας σε τοπικές εκδηλώσεις και πανηγύρια.

Αργότερα γνώρισε τον Νίκο Ιωαννίδη γνωστό ήδη τραγουδιστή και λυράρη και η γνωριμία αυτή ήταν καθοριστική για την μελλοντική πορεία του. Τελειώνοντας το δημοτικό πήγε ένα χρόνο στο γυμνάσιο Σκύδρας. Μετά συνέχισε τις σπουδές του σαν οικότροφος στη σχολή του ΟΑΕΔ Θεσσαλονίκης στο τμήμα ηλεκτροσυγκολλητών.

Παράλληλα δούλευε στον ΟΣΕ την ημέρα, ενώ τα βράδια τραγουδούσε επαγγελματικά αλλά κρυφά από την οικογένειά του. Ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο σε ηλικία 16 χρονών, με τον λυράρη Αρχιμήδη Γεωργιάδη και τίτλο «Ο Πόντος περιμένει». Συνέχισε να τραγουδάει σε ποντιακά κέντρα της επαρχίας και για ένα διάστημα στην Αθήνα, ώσπου το 1976 ο Νίκος Ιωαννίδης τον επέλεξε σαν συνεργάτη του στην «Κομπαρσίτα» της Θεσσαλονίκης.

Έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός στον κόσμο και να μπαίνει στις καρδιές του. Συνεργάστηκε με πολλούς και αξιόλογους καλλιτέχνες του Ποντιακού χώρου όπως ο Χρύσανθος, ο Παυλάκης ο Δραμινός, Ο Παναγιώτης Ασλανίδης, Ο Ανέστης Μωϋσής, Ο Γιάννης Τσανάκαλης, ο Κώστας Σιώπης, ο Στάθης Νικολαΐδης, η Σοφία Παπαδοπούλου, ο Μπάμπης Κεμανατζίδης, ο Φάνης Κουρουκλίδης, ο Στέλιος Χαλκίδης, ο στιχουργός Νάκος Ευσταθιάδης κ.α.

Παντρεύτηκε το 1982 την Αναστασία Παυλίδου και απέκτησαν δυο γιους, τον Λεωνίδα το 1983, και τον Στάθη το 1987. Τραγούδησε επανειλημμένα στα κέντρα «Αυλαία» και «Μίθριο» στην Θεσσαλονίκη αλλά και στην Αθήνα.

Τα δύο τελευταία χρόνια τραγουδούσε στο Ποντιακό κέντρο «Λεμόνα» στις Αχαρνές Αττικής. Ηχογράφησε 19 δίσκους από τους οποίους οι 12 προσωπικοί και οι 7 συλλογικοί.

Συμμετείχε σε δύο βιντεοταινίες, «Τα αδέλφια» το 1989, και οι «Σεβνταλήδες» το 1990. Ήταν μια από τις πιο γνήσιες και εκφραστικές φωνές του Ποντιακού τραγουδιού.

Πέθανε: 17-09-2003

ΠΑΠΑΣΙΔΕΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ


Ο Γιώργος Παπασιδέρης υπήρξε ένα περίλαμπρο διαμάντι της δημοτικής μας μουσικής, που η λάμψη του και το ακτινοβόλημά του θα φωτίζει στο διηνεκές τις επερχόμενες γενεές για να τους δείχνει το γνήσιο δρόμο και τη σωστή πορεία, για να κρατήσουν και να παραμείνουν σταθερά και αναλλοίωτα όλα όσα συγκροτούν και συνθέτουν την μουσική ταυτότητα της φυλής μας.

Επάξια η συνείδηση όλων των φίλων της δημοτικής μουσικής μας παράδοσης τον έχει κατατάξει σήμερα στη κορυφή της πυραμίδας των ερμηνευτών του παραδοσιακού δημοτικού μας τραγουδιού

Ο Γιώργος Παπασιδέρης γεννήθηκε στην Κούλουρη της Σαλαμίνας στις 14-09-1902, γι’αυτό έφερε και το παρωνύμιο Κουλουριώτης. Σε πάρα πολλούς δίσκους του ακούγεται η φράση: Γειά σου Παπασιδέρη Κουλουριώτη. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Παπαησιδώρου. Έγινε όμως γνωστός και καθιερώθηκε με το καλλιτεχνικό του επώνυμο Παπασιδέρης.

Το Δημοτικό τραγούδι βρήκε στη φωνή και την τέχνη του Γιώργου Παπασιδέρη τον ιδανικό και τέλειο ερμηνευτή του.

Θεωρείται ο διαπρεπέστερος απ’όλους τους παλαιότερους αλλά και τους νεότερους δημοτικούς τραγουδιστές. Πριν απ’αυτόν και μετά απ’αυτόν κανείς δεν μπόρεσε, να τραγουδήσει τα δημοτικά τραγούδια όπως ο Παπασιδέρης. Η ερμηνεία του ήταν και θα παραμείνει υποδειγματική και δεν αφήνει περιθώρια για μίμηση ή για σύγκριση.
Είχε τεράστιες φωνητικές δυνατότητες, με εντυπωσιακά εύστροφη φωνή, προικισμένη με θαυμαστή ευελιξία και γνήσιο παραδοσιακό ηχόχρωμα.

Φωνή ζεστή, ρωμαλέα που, ανάλογα με την περίσταση, γινόταν εκφραστική ή δυναμική. Τραγουδούσε από δύσκολους, υψηλούς τόνους και ελάχιστοι, ακόμη και σήμερα, μπορούν να τραγουδήσουν από τους ίδιους τόνους. Η αναπνοή του ήταν τεράστια και η άρθρωσή του τέλεια.

Ο Γιώργος Παπασιδέρης από μικρός απασχολήθηκε σε βαριές χειρονακτικές εργασίες. Μόλις το 1928, σε ηλικία 26 χρονών, ηχογράφησε το πρώτο του τραγούδι στην εταιρία « Κολούμπια», το οποίο κυκλοφόρησε έπειτα από έξι μήνες, το 1929, αφού μετά την ηχογράφηση, η όλη επεξεργασία, για την κατασκευή του δίσκου 78 στροφών, έγινε στην Αμερική.

Από τότε μέχρι το 1972 τραγούδησε αδιάκοπα εκατοντάδες τραγούδια σε δίσκους και σε πανηγύρια.

Την εποχή αυτή, αρχές του 1930, έπαιρνε από την Κολούμπια 1000 δρχ. για κάθε τραγούδι. Επειδή η φωνή του δεν κουραζότανε ηχογραφούσε πολλά τραγούδια σε μια μέρα. Έτσι κάποια φορά ηχογράφησε σε μια μέρα 30 τραγούδια παίρνοντας το μυθικό, για την εποχή αυτή, μεροκάματο των 30.000 δρχ.

Την περίοδο του 1940, τραγουδούσε στο κέντρο “Έλατος” στην Ομόνοια και συνέβαλε και αυτός στην εμψύχωση του Ελληνικού στρατού, τραγουδώντας τα τραγούδια “ Στης Κλεισούρας τα Βουνά”, “Μέρα και νύχτα με το ντουφέκι”, “Με δόξα να γυρίσετε”, “Νάμουν πουλί να πέταγα ψηλά στην Αλβανία”, “Και σεις βουνά της Κορυτσάς” κ. ά. Οι Ιταλοί γι’αυτό το λόγο, ένα βράδυ μετά το πρόγραμμά του στο κέντρο τον ξυλοκόπησαν άγρια.

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του γύρισε όλη την Ελλάδα και το 1971 τραγούδησε για ένα μήνα και στο Σικάγο, στην Αμερική.

Η φωνητική του αντοχή ήταν πράγματι εκπληκτική. Όπως διηγούνται οι παλαιότεροι πολλές φορές, μετά από τριήμερα γλέντια, με ελάχιστη διακοπή 2-3 ωρών ανάμεσα στα 24ωρα, παράγγελνε άλλη ορχήστρα ξεκούραστη για να συνεχίσει, γιατί οι μουσικοί της πρώτης είχαν πάθει υπερκόπωση.

Συνεργάστηκε με όλους τους άριστους δεξιοτέχνες του κλαρίνου, τον Καρακώστα, τον Σταμέλο, τον Γιαούζο, το Ρέλλια, τον Ανεστόπουλο, τον Χαλκιά, τον Μαργέλη, τον Μαλιάρα, τον Κοκοντίνη, τον Σαλέα, τον Βασιλόπουλο και άλλους, όπως και του βιολιού, τον Αραπάκη, τον Σέμση ( Σαλονικιό), τον Κόρο και άλλους, όπως επίσης και με τους αριστείς και των άλλων παραδοσιακών μουσικών οργάνων, του λαγούτου και του σαντουριού.

Έχει ηχογραφήσει τα περισσότερα τραγούδια από κάθε άλλον τραγουδιστή του είδους, φθάνοντας τον εκπληκτικό αριθμό 2000 τραγούδια. Τα περισσότερα απ’αυτά είναι παλαιά παραδοσιακά και τα υπόλοιπα δικές του δημιουργίες συμπληρώνοντας, με δικούς του στίχους, ξεκομμένα δίστιχα.

Έτσι στο χώρο αυτό του δημοτικού τραγουδιού, ο Γιώργος Παπασιδέρης άφησε εποχή και χαρακτηρίστηκε ως ο Πατέρας και θεμελιωτής του μουσικού μας αυτού θησαυρού και συνέδεσε το όνομά του με την αέναη δημοτική μουσική μας παράδοση.

Ο Γιώργος Παπασιδέρης υπήρξε πράγματι ένας τραγουδιστής ο οποίος, στην κυριολεξία, καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του, δεν έπαψε ποτέ, να τραγουδάει ασταμάτητα, νύχτα και μέρα τα , αναλλοίωτα από τα βάθη των αιώνων, ήθη και έθιμα της Ελληνικής φυλής, την ιστορία της, τις περιπέτειές της, τους άθλους της, τις καθημερινές χαρές, τις γιορτές, τους καημούς και τους πόνους της ξενιτιάς, τις αγάπες και τα πένθη της, τη λεβεντιά και την αξιοσύνη της, και να κρατάει έτσι και να διατηρεί ζωντανή τη μουσική μας παράδοση, δίνοντας το παράδειγμα και διδάσκοντας, μέσα από τους δημοτικούς μουσικούς παλμούς, στους νεότερους τις μεγάλες αξίες και τα σύμβολα της φυλετικής μας συνέχειας.

Γι’αυτό και τα τραγούδια του θα μείνουν για πάντα στα χείλη του Ελληνικού λαού για να τον συντροφεύουν σε όλες τις εκδηλώσεις τις ζωής του.

Από τα πιο γνωστά τραγούδια του είναι τα:
«Σε Ωραίο περιβόλι», «Σαράντα παλικάρια», «Πουλάκι ξένο», « Ένας Αητός», «Ο Αμάραντος», «Νάησαν τα νιάτα δυό φορές», «Πουλιά μου διαβατάρικα», «Παπάκι», «Κάτω στου Βάλτου τα χωριά», «Πέθαν’ ο Βλάχος», «Ενύχτωσε και βράδιασε», «ο Γερο Νοταράς» και πλήθος άλλα που τραγουδάμε συχνά σήμερα.

Η φωνή του έμεινε αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου, γι’αυτό και τραγουδούσε μέχρι τις τελευταίες μέρες της ζωής του.

Η τελευταία φορά που τραγούδησε ήταν στα Τρίκαλα της Κορινθίας, την ημέρα του Σταυρού 14 Σεπτεμβρίου στο πανηγύρι.

Μετά από 24 μέρες στις 8 Οκτωβρίου του 1977, ο κορυφαίος του δημοτικού τραγουδιού, άφησε την τελευταία του πνοή στο νησί που γεννήθηκε και έζησε.

ΠΑΠΑΓΚΙΚΑ ΜΑΡΙΚΑ


Η Μαρίκα Παπαγκίκα γεννήθηκε στην Κω την πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη του 1890. Θεωρείται ανάμεσα στις πρώτες ελληνίδες τραγουδίστριες που πρωταγωνίστησαν κατά εξέλιξη των πρώτων ηχογραφήσεων και της δισκογραφίας.

Σε πολύ μικρή ηλικία, η οικογένεια της μετανάστευσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ξεκίνησε την καριέρα της εκεί, στα νυκτερινά στέκια που σύχναζε ο κόσμος της μεγάλης τότε ελληνικής παροικίας. Εκείνη την εποχή έκανε και τις πρώτες ηχογραφήσεις τις.

Το 1915 μετάναστευσε και πάλι, αυτήν τη φορά στην Αμερική όπου συνέχισε τις ζωντανές εμφανίσεις τις αλλά και τις ηχογραφήσεις. Παντρεύτηκε τον Κώστα (Gus) Παπαγκίκα που ήταν επαγγελματίας οργανοπαίκτης (τσέμπαλο) και μαζί ανοίξανε το δικό τους νυκτερικό κέντρο στης Νέα Υόρκη κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1920.

Εκείνη την περίοδο συνεργάστηκε πολλές φορές με τον γνωστό βιολιστή Αθανάσιο Μακεδόνα. Το ρεπερτόριο της ήταν πλούσιο και περιελάμβανε δημοτικά, ελαφρά λαϊκά και ευρωπαϊκά τραγούδια. Παρόλα αυτά έμεινε περισσότερο γνωστή ως αντιπρόσωπος του ρεμπέτικου τραγουδιού και ειδικότερα για το Σμυρναίικο ύφος με το οποίο ερμήνευε τα ρεμπέτικα.

Η Μαρίκα και ο Κώστας έχασαν το κέντρο τους κατά την σφοδρή οικονομική κρίση του 1929 όταν περίπου τελείωσε και η δισκογραφική καριέρα της. Η σπουδαία αυτή ρεμπέτισσα έφυγε από τη ζωή στις 2/8/1943 στην Νέα Υόρκη αφού, όπως λέγεται, δεν άντεξε την δυστυχία των τελευταίων τις χρόνων.